- κληρονομιῶν
- κληρονομίαinheritancefem gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία … Dictionary of Greek
μοιρασοχάρτι — το έγγραφο που συντάσσεται κατά τη διανομή κληρονομιών και γίνεται με συμβολαιογραφική πράξη, διανεμητήριο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μοιρασ τού μοιράζω + χαρτί] … Dictionary of Greek
περιουσία — Στο ιδιωτικό δίκαιο ο όρος έχει σημασία διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται συνήθως σ’ αυτόν: δηλώνει το σύνολο των υποκειμένων σε οικονομική αξιολόγηση σχέσεων, που αναφέρονται σε ένα υποκείμενο της νομικής τάξης. Με την έννοια αυτή, κάθε… … Dictionary of Greek
Βίτελσμπαχ — (Wittelsbach).Βασιλικός οίκος της Βαυαρίας, που βρισκόταν στην εξουσία από το 1180 έως το 1918. Οι Β. πήραν το όνομά τους από ένα φρούριο κοντά στο Άουγκσμπουργκ.Η αρχή του οίκου ανάγεται στον 10o αι. Το 1120, ο αυτοκράτορας Ερρίκος Ε’ παραχώρησε … Dictionary of Greek